Μια πρόσφατη ανακοίνωση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας (23/5/20), καθώς και δηλώσεις του Προέδρου (22/5/20), δημιουργούν ένα υπόβαθρο δημόσιας συζήτησης. Είναι γεγονός ότι σε δημόσιο επίπεδο, κάποιες παρεμβάσεις του Οδυσσέα Μιχαηλίδη έχουν συζητηθεί, πολλαπλώς θετικά και ενίοτε αρνητικά. Το πρώτο ζήτημα λοιπόν αφορά στον αναγκαίο διαχωρισμό ανάμεσα στον θεσμό της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και στο πρόσωπο που ενσαρκώνει τον θεσμικό ρόλο του Ελεγκτή. Ο θεσμός του ελέγχου προϋπάρχει και έπεται των προσώπων. Οι θεσμοί εκπροσωπούν αρχές, τα πρόσωπα κρίνονται για το κατά πόσο εκπληρώνουν τις θεσμικές αρχές.
Πιο σημαντικό όμως ζήτημα είναι η κατανόηση δύο βασικών διαδικασιών της δημοκρατικής νομιμοποίησης, την πολιτική ευθύνη και την λογοδοσία. Στην Κύπρο, όπως και σε άλλα κράτη με χαμηλό δείκτη διαφάνειας, υπάρχει συστηματική κατάχρηση της πολιτικής ευθύνης, με αποτέλεσμα να μετατρέπεται σε πολιτική ανευθυνότητα, με υψηλότατο κόστος για την πολιτεία, την οικονομία και την κοινωνία. Η κυβέρνηση έχει αναμφίβολα την πολιτική εντολή που κέρδισε από τους πολίτες στις εκλογές για να κυβερνήσει, αλλά δεν έχει απόλυτη ελευθερία να ασκεί εκτελεστική εξουσία ανεξέλεγτα. Και επειδή ο έλεγχος της εκτελεστικής εξουσίας από την νομοθετική και την δικαστική εξουσία έχει αποδειχθεί πολλάκις μη επαρκής (σε διεθνές επίπεδο), επινοήθηκαν οι ανεξάρτητες αρχές.
Δεν είναι ο χώρος εδώ για περαιτέρω θεωρητική συζήτηση. Επί του προκειμένου, η κυβέρνηση έχει την πολιτική ευθύνη να εφαρμόσει το πρόγραμμα διακυβέρνησης της, να πάρει αποφάσεις, να εφαρμόσει δημόσια πολιτική, αλλά έχει ταυτόχρονα και τη θεσμική υποχρέωση να λογοδοτεί. Στην Κύπρο η λογοδοσία πάσχει. Πάσχει διότι είναι κυρίως συμβολική, τυπική και χωρίς πραγματικές συνέπειες. Το δόγμα που επικράτησε στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, σύμφωνα με το οποίο, η λογοδοσία αποδίδεται στις εκλογές, είναι ανεπαρκές. Η λογοδοσία πρέπει να είναι διαρκής, για να επικυρώνεται και η νομιμοποίηση της πολιτικής εξουσίας.
Δεν ζούμε σε κενό. Γνωρίζουμε το βάθος της διαφθοράς και της διαπλοκής που υπάρχει στον τόπο. Τραγική η κατάσταση. Γνωρίζουμε το πραγματικό κόστος που αποφέρει. Το πληρώνουμε, θα το πληρώνουν πολλές γενιές ακόμα. Οφείλει η κυβέρνηση, η τωρινή και η κάθε μια που θα ακολουθήσει, να επιδιώξει, να ανεχθεί και να αποδεχθεί το έλεγχο και την λογοδοσία επί πραγματικού χρόνου. Δηλαδή, την ώρα που λαμβάνει τις αποφάσεις της, ως έχει κατοχυρωθεί και νομοθετικά από το 1997. Το πλαίσιο αυτό πρέπει να διευρυνθεί, όχι να κατασταλεί. Κυρίως σε ζητήματα διαχείρισης δημοσίου χρήματος και διακυβέρνησης των δημοσίων οικονομικών. Βεβαίως, η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν μπορεί να υποκαταστήσει, ούτε να επιβληθεί της εκτελεστικής εξουσίας. Είναι στο τέλος, ζήτημα ύπαρξης ισχυρών θεσμών, αλλά και άξιων προσώπων να ενσαρκώνουν τους θεσμούς.
Στη δημοκρατία, το πλαίσιο της νομιμοποίησης δεν περιορίζεται σε ένα ανεξάρτητο θεσμό ή σε θεσμούς γενικά. Αφορά σε ζητήματα συντεταγμένης διαβούλευση, συμμετοχικότητας και ενεργούς πολιτότητας. Όμως, η αρχική και η τελική πηγή ποιότητας του πολιτεύματος είναι υπεράνω όλων ο λαός και η κρίση του στην επιλογή και την ανοχή ανάξιων, δολοπλόκων και διευθαρμένων.
Διαβάστε επίσης: Την Τετάρτη το νέο πακέτο μέτρων στήριξης της οικονομίας – Η συνέντευξη του Προέδρου και η απάντηση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για τις κρατικές εγγυήσεις